ψευτομαρτυριά

ψευτομαρτυριά
η, Ν
[ψευτομάρτυρας]
ψευδομαρτυρία.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ψευτομαρτυριά — η βλ. ψευδομαρτυρία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ψευδομαρτυρία — η, ΝΜΑ, και διαλ. τ. ψευτομαρτυριά Ν [ψευδομαρτυρῶ] 1. (νομ.) η εν γνώσει κατάθεση ψευδών στοιχείων ως αληθών ή η παρασιώπηση και ελλιπής κατάθεση τής αλήθειας από μάρτυρα (α. «θα διωχθεί για ψευδομαρτυρία» β. «ἐκ γὰρ τῆς καρδίας ἐξέρχονται… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”